Αρχιτεκτονική φυσιογνωμία

 

Η Ναύπακτος παρουσιάζει σήμερα την όψη μίας αστικής συγκρότησης, που αναπτύσσεται κατά μήκος παραλίας πέντε και πλέον χιλιομέτρων.

Το περικλειόμενο από τείχη τμήμα της πόλης, “ιστορικό κέντρο”, παρουσιάζει ένα ενδιαφέρον παραδοσιακό πολεοδομικό σύνολο, που σε συνδυασμό με τις επάλληλες επάλξεις του ενετικού φρουρίου συνθέτουν ένα ιστορικό περιβάλλον. Η περιοχή είναι πυκνοδομημένη και ο μόνος ελεύθερος χώρος είναι αυτός γύρω από το λιμάνι. Το οδικό δίκτυο είναι πυκνό με στενούς λιθόστρωτους δρόμους (καλντερίμια) και πέτρινες σκάλες.

Στην περιοχή δεξιά και αριστερά του ιστορικού κέντρου υπάρχει μία πολεοδόμηση με δύο ευθύγραμμους οδικούς άξονες, όπου κτίσθηκαν μέχρι το 1930 πολυτελείς αστικές κατοικίες με δυτικοευρωπαϊκά αρχιτεκτονικά στοιχεία.

Οι τύποι των παραδοσιακών κατοικιών που συναντάμε στην πόλη της Ναυπάκτου είναι οι: α) λαϊκή-αστική κατοικία δύο ορόφων, β) νεοκλασική κατοικία, με μεμονωμένα δείγματα στη δυτική περιοχή της πόλης (Ψανή), γ) νεότερη αστική κατοικία της περιόδου του μεσοπολέμου, στην ανατολική κυρίως περιοχή της πόλης.

Για να διατηρηθεί η παραδοσιακή μορφή της πόλης σήμερα εφαρμόζονται μερικοί μορφολογικοί περιορισμοί δόμησης. Στο “ιστορικό κέντρο”, δεν επιτρέπεται καμία επέμβαση που να αλλοιώνει το πολεοδομικό σύνολο και στη γύρω αυτού περιοχή επιτρέπεται η δόμηση μόνο μέχρι τρεις ορόφους. Η κάλυψη πρέπει να γίνεται υποχρεωτικά με τετράρριχτη στέγη με βυζαντινά κεραμίδια.

 

Ορεινή Ναυπακτία

 

 

Τα σπίτια των χωριών της ορεινής Ναυπακτίας σχεδόν στο σύνολό τους παρουσιάζουν από τις πιο παλιές και απλές ως τις νεότερες και σύνθετες μορφές της λαϊκής (παραδοσιακής) αρχιτεκτονικής. Το υλικό με το οποίο είναι κτισμένα όλα τα παλιά σπίτια στη Ναυπακτία είναι συνήθως ο σχιστόλιθος, πέτρα σκληρή και άφθονη στην περιοχή. Επίσης σχιστολιθικές πλάκες, τουλάχιστον στα παλιότερα σπίτια, χρησιμοποιούσαν και για σκεπή.

Στη λαϊκή αρχιτεκτονική των Ναυπακτιτών, βρίσκουμε πλήθος από επιδράσεις Ηπειρώτικες, όπως στα καπετανόσπιτα του Πλατάνου. Αργότερα και οι ντόπιοι κτίστες μιμήθηκαν τους Ηπειρώτες συναδέλφους τους και δημιούργησαν παράδοση μαστόρων στα Κράβαρα και ιδιαίτερα στα χωριά Σίμου, Παλαιόπυργο και Δορβιτσά.

Συντεχνίες Ηπειρωτών και Κραβαριτών σε συνεργασία μεταξύ τους κατασκεύασαν μεγάλα κοινωφελή έργα, όπως εκκλησίες, σχολεία και πέτρινα γεφύρια.

Τα πετρογέφυρα που καθρεφτίζονται στα νερά του Μόρνου, του Εύηνου και των παραποτάμων τους αποτελούν μοναδική κληρονομιά που γεφυρώνει το χθες με το σήμερα.

Τα περισσότερα από τα γεφύρια αυτά είναι μονότοξα και είναι κτισμένα σε επιλεγμένα σημεία όπου η κοίτη των ποταμών είναι στενή. Είναι κτισμένα από έμπειρους τεχνίτες και στέκονται υπερήφανα εδώ και πολλά χρόνια σχεδόν παρατημένα στη βαθιά σκιά των νέων οδικών αξόνων. Τα σημαντικότερα απ’ αυτά είναι:

Το Κεφαλογιόφυρο είναι ένα εξαίρετο μνημείο γεφυροποιίας στις κλεισούρες του Μόρνου κάτω από τον οικισμό Καταφύγιο που διατηρείται πολύ καλά από την εποχή της Τουρκοκρατίας. Από το γεφύρι αυτό επικοινωνούσε η Δωρίδα με τη Ναυπακτία, ιδιαίτερα όταν ο Μόρνος κατέβαζε και ήταν αδιάβατος. Από αυτό πέρασαν και βρήκαν καταφύγιο στο κοντινό Μοναστήρι της Βαρνάκοβας οι διασωθέντες της ηρωικής Εξόδου του Μεσολογγίου (10 Απριλίου 1826).

Το γεφύρι, σύμφωνα με την παράδοση, είναι διπλά στοιχειωμένο. Τα δύο «στοιχειά», ο Αράπης από το Ναυπακτιώτικο μέρος και η Μπελεσίτσα από το δωρικό βοηθώντας το ένα το άλλο καταφέρνουν αιώνες τώρα και προστατεύουν το γιοφύρι από το θυμό του Μόρνου.

Το γεφύρι της Αρτοτίβας κατασκευάστηκε ή ανακατασκευάστηκε κατά την Α΄ Ενετοκρατία 1407-1499 σε σχήμα τοξωτό και είναι λιθόκτιστο με ασβεστοκονίαμα. Βρίσκεται σε μοναδική θέση στο στενότερο σημείο του ποταμού Εύηνου λίγο πριν συναντήσει τον παραπόταμό του Κότσαλο.

Έχει άνοιγμα 22,35 μ., πλάτος 2,4 μ. και πάχος 1μ. Το οδόστρωμα από τα δύο άκρα της γέφυρας ως την κορυφή προχωρεί με κεκλιμένα πλατύσκαλα. Η τελική επίστρωση γίνεται με καλντερίμι επιμελώς κατασκευασμένο. Συνέδεε τη Δυτική Αιτωλία με την ορεινή Ναυπακτία και Ευρυτανία μέχρι τη δεκαετία του 1950, οπότε κατασκευάσθηκε ο νέος δρόμος Θέρμου-Πλατάνου.

Το γεφύρι της Αμπελακιώτισσας στον Κάκαβο συνέδεε την Αμπελακιώτισσα με την Άνω Χώρα. Σχηματίζει μεγάλη τοξωτή καμάρα που στηρίζεται σε δύο αντικρυστές καμπυλωτές βάσεις. Είναι κτισμένο με πέτρα της περιοχής από Ηπειρώτες μαστόρους.

Στα στενά της Κλεπάς υπάρχει ξεχασμένο ένα σπουδαίο πέτρινο γεφύρι, το γεφύρι των Στενών του Εύηνου, μήκους 10 μ., πλάτους 2 μ. και ύψους από την κοίτη του Εύηνου περί τα 20 μέτρα. Το γεφύρι επισκέφθηκε το 1890 και το περιέγραψε ο λογοτέχνης Ανδρέας Καρκαβίτσας.

Το γεφύρι της Γριάς στον Γρανιτσιώτη συνδέει το δρόμο Ναυπάκτου – Χάνι Λόη – Κεφαλογιόφυρο προς Τρίκορφο. Κτίσθηκε το 1904, έχει άνοιγμα καμάρας 11 μέτρα, πλάτος 2,30 μέτρα και ύψος από την επιφάνεια νερού 5,5 μέτρα

Το γεφύρι της Δορβιτσάς κατασκευάσθηκε στα χρόνια της Τουρκοκρατίας για να συνδέσει τη Δορβιτσά με τον Πλάτανο.

κείμενο: Γιάννης Χαλάτσης