Λίνα Μενδώνη: «Η Ναυμαχία της Ναυπάκτου συγκαταλέγεται στις μεγαλύτερες ναυμαχίες όλων των εποχών»
«Η Ναυμαχία της Ναυπάκτου συγκαταλέγεται στις μεγαλύτερες ναυμαχίες όλων των εποχών» ανέφερε κατά το χαιρετισμό της η Υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού κ.Λίνα Μενδώνη στην τελετή εγκαινίων της Έκθεσης «ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ 1571 – 450 Χρόνια από “τη μεγαλωτάτη βιτώρια των χριστιανών”» στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο. Η Έκθεση τελεί υπό την Αιγίδα της Προεδρίας της Δημοκρατίας.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο του χαιρετισμού της Υπουργού:
«Εξοχωτάτη κυρία Πρόεδρε της Ελληνικής Δημοκρατίας,
Με ιδιαίτερη χαρά και ικανοποίηση Σας υποδεχόμαστε απόψε στους σύγχρονους και φιλόξενους χώρους του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου της Αθήνας, ενός από τα πλέον εμβληματικά, δραστήρια και εξωστρεφή μουσεία της Χώρας, με αφορμή τα εγκαίνια της νέας περιοδικής έκθεσης του Μουσείου με τίτλο «ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ 1571 – 450 Χρόνια από «τη μεγαλωτάτη βιτώρια των χριστιανών», που τελεί υπό την αιγίδα της Προέδρου της Δημοκρατίας.
Η Έκθεση εντάσσεται οργανικά στο ευρύτερο πρόγραμμα του Μουσείου που αφιερώνονται στη συμπλήρωση των 200 ετών από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης, το οποίο φέρει τον τίτλο «Από την Άλωση στην Παλιγγενεσία 1453-1821». Στόχος του προγράμματος αυτού είναι να διερευνηθεί σε βάθος και να αναδειχθεί το εθνικό, θρησκευτικό, ιδεολογικό, κοινωνικό και ευρύτερο πολιτισμικό και ιστορικό υπόβαθρο της Ελληνικής Επανάστασης. Ένα υπόβαθρο που καταδεικνύει ότι ο απελευθερωτικός αγώνας του 1821 δεν υπήρξε ένα αυθόρμητο ξέσπασμα πατριωτισμού ή ένα τυχαίο ιστορικό γεγονός, αλλά το επιστέγασμα των πόθων και των άθλων του Ελληνισμού για την επίτευξη ανεξάρτητης εθνικής υπόστασης. Ήταν το αποτέλεσμα μιας μακράς διαδικασίας ζυμώσεων και προετοιμασίας σε πολλά τα επίπεδα, που ξεκίνησε λίγο μετά την Άλωση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας από τους Οθωμανούς, το 1453 για να κορυφωθεί στις αρχές του 19ου αιώνα.
Ένα από τα πλέον σημαντικά γεγονότα, που σημάδεψαν τη μακρά αυτή πορεία προς την παλιγγενεσία κα μαρτυρούν το ισχυρό φρόνημα και την αγωνιστική διάθεση των Ελλήνων ενάντια στην κυριαρχία των αλλόθρησκων Οθωμανών, ήδη από τον 16ο αιώνα, αποτελεί η Ναυμαχία της Ναυπάκτου ή του Λεπάντο, όπως έμεινε γνωστή στη Δύση. Η ναυμαχία αυτή, η οποία διεξήχθη το 1571 στην είσοδο του Πατραϊκού Κόλπου –που τότε ονομαζόταν από τους Ενετούς «Κόλπος της Ναυπάκτου»– ανάμεσα, αφ΄ενός στον ενωμένο χριστιανικό στόλο του «Ιερού Αντιτουρκικού Συνασπισμού» της Ισπανίας, της Βενετίας, της Γένουας, των Ιπποτών της Μάλτας, των δουκάτων Σαβοΐας, Ουρμπίνο και Τοσκάνης και του Παπικού Κράτους, και αφετέρου στον ενιαίο στόλο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, συγκαταλέγεται στις μεγαλύτερες ναυμαχίες όλων εποχών, «η πιο μεγαλόπρεπη στιγμή που γνώρισαν οι περασμένοι ή τούτοι οι σημερινοί καιροί, ή που θα δούνε οι μελλούμενοι» σύμφωνα με τον Μιγκέλ ντε Θερβάντες, που πολέμησε στη μάχη με τίμημα τον βαρύ τραυματισμό του.
Αφυπνισμένα από την πρόσφατη άλωση της Κύπρου, τα χριστιανικά κράτη παραμέρισαν για λίγο τις διαφορές τους, συγκρότησαν ισχυρή ναυτική δύναμη και πέτυχαν την ολοκληρωτική καταστροφή του Οθωμανικού στόλου, αναχαιτίζοντας την επεκτατική ορμή των Οθωμανών προς τη δυτική Μεσόγειο. Πολλά από τα πλοία πρώτης γραμμής του στόλου εξοπλίστηκαν από πλούσιους Έλληνες της Κρήτης και των νησιών του Ιονίου, ενώ Έλληνες νησιώτες εθελοντές συνέθεταν και το ήμισυ σχεδόν όλων των πληρωμάτων. Άλλοι τόσοι Έλληνες, ωστόσο, βρίσκονταν και στην αντίπαλη πλευρά, αναγκαστικά στρατολογημένοι στον οθωμανικό στόλο, με αποτέλεσμα το ελληνικό στοιχείο να πληρώσει τελικά έναν ιδιαίτερα βαρύ φόρο αίματος.
Η μεγάλη νίκη των συμμάχων χαιρετίστηκε με ενθουσιασμό στην Ευρώπη και απαθανατίστηκε από μεγάλους ζωγράφους της εποχής. Όμως, η έκβασή της ήταν εξαιρετικά σημαντική, καθώς αναπτέρωσε το ηθικό και τις ελπίδες των υπόδουλων λαών της Βαλκανικής, που πίστεψαν ότι με τη βοήθεια της χριστιανικής Δύσης θα μπορούσαν να αποτινάξουν τον οθωμανικό ζυγό. Πολλοί Έλληνες έσπευσαν τότε να επαναστατήσουν. Δυστυχώς γρήγορα διαψεύστηκαν. Ο ενθουσιασμός τους, ωστόσο, ήταν απόλυτα ενδεικτικός της ζωτικότητας του φρονήματος και της αυτοσυνειδησίας τους. Παρά την ταχεία κατάσβεση της πρώιμης επαναστατικής τους ορμής, κατόρθωσαν να αξιοποιήσουν τις νέες ιστορικές συνθήκες και τις ευκαιρίες που διαμορφώθηκαν στη Μεσόγειο και στη Μαύρη Θάλασσα, προκειμένου να αναπτύξουν ξανά τη μεγάλη ναυτοσύνη του Γένους, που αργότερα έμελλε να παίξει καθοριστικό ρόλο στον ώριμο απελευθερωτικό αγώνα. Η μέγιστη συμβολή της Ναυμαχίας της Ναυπάκτου, ωστόσο, όπως και πάλι διέγνωσε με τη διορατικότητά του ο Μιγκέλ ντε Θερβάντες, έγκειτο στο γεγονός ότι «την ημέρα εκείνη διαλύθηκε σε ολόκληρο τον κόσμο η μέχρι τότε υφιστάμενη πεποίθηση ότι οι Τούρκοι ήταν στη θάλασσα αήττητοι». Και αυτή ήταν μια μεγάλη παρακαταθήκη για το μέλλον.
Όλο αυτό το ιστορικό πλαίσιο αναδύεται και αναδεικνύεται με ιδιαίτερα αφηγηματικό και διδακτικό τρόπο μέσα από την Έκθεση «ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ 1571 – 450 Χρόνια από “τη μεγαλωτάτη βιτώρια των χριστιανών”», που αξιοποιεί σπουδαία ιστορικά αντικείμενα, τεκμήρια και έργα τέχνης, προερχόμενα από πληθώρα μουσείων και συλλογών της Ελλάδας, δημόσιων και ιδιωτικών, καθώς και πλούσιο ιστοριογραφικό αρχειακό και εποπτικό υλικό από μουσεία και βιβλιοθήκες της Ευρώπης. Για το εξαιρετικά σημαντικό αυτό εγχείρημα και το άρτιο επιστημονικά και αισθητικά αποτέλεσμα, οφείλονται θερμότατες ευχαριστίες σε όλους όσους συνέδραμαν καθοριστικά παραχωρώντας σπάνια εκθέματα από τις πολύτιμες συλλογές τους. Ευχαριστίες και εύσημα σε όλους τους συντελεστές, τα στελέχη και την Διευθύντρια του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου Δρ Κατερίνα Δελλαπόρτα, χωρίς την αφοσίωση της οποίας, η «μεγαλωτάτη βιτώρια των χριστιανών», δεν θα μπορούσε να μετουσιωθεί υποδειγματικά στην έκθεση, που σήμερα εγκαινιάζετε, κ. Πρόεδρε».
Η έκθεση «ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ 1571 – 450 Χρόνια από “τη μεγαλωτάτη βιτώρια των χριστιανών”» εντάσσεται στο αφιερωματικό πρόγραμμα του Βυζαντινού & Χριστιανικού Μουσείου για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση: «Από την Άλωση στην Παλιγγενεσία 1453-1821».
Το κατά κύριο λόγο ιστορικό περιεχόμενο της εκθέσεως βασίζεται σε ευρωπαϊκό ιστοριογραφικό αρχειακό υλικό και πλαισιώνεται από σπουδαία αρχαιολογικά τεκμήρια και έργα τέχνης προερχόμενα από την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων, την Εφ.Α. Κερκύρας, την Εφ.Α. Κυκλάδων, την Εθνική Πινακοθήκη – Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου, το Μουσείο Σολωμού & Επιφανών Ζακυνθίων, τη Δημόσια Βιβλιοθήκη Ζακύνθου, το Πολεμικό Μουσείο, το Ναυτικό Μουσείο, το Μουσείο Ναυτικής Παράδοσης, τη Βρετανική Σχολή Αθηνών, το Ίδρυμα Ι. Κωστόπουλου, την Καθολική Αρχιεπισκοπή Επισκοπή Καθολικών Νάξου – Τήνου – Άνδρου & Μυκόνου, το Ιστορικό Εθνολογικό Μουσείο και τις ιδιωτικές συλλογές των Θανάση Μαρτίνου, Μιχαήλ Σκούλλου και Σπύρου Γαούτση. Εποπτικό υλικό προέρχεται επίσης από τα Αρχεία Σιμάνκας της Ισπανίας, το Ναυτικό Μουσείο Βαρκελώνης, το Εσκοριάλ, τη Βασιλική Βιβλιοθήκη της Ισπανίας κλπ.»