Το Ναυπακτοβενέτικο στο 1821

Το Ναυπακτοβενέτικο στο 1821

(Συμβολή του ΝΑΥΠΑΚΤΙΑΚΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΠΑΤΡΩΝ «ο Άγιος Χαράλαμπος», στον εορτασμό των 200 χρόνων της Εθνικής Παλιγγενεσίας)
Του Ηλία Στ. Δημητρόπουλου, Διευθυντή της εφημερίδας «Ναυπακτιακή Φωνή», πρ. Προέδρου του Ναυπακτιακού Συνδέσμου Πατρών «ο Άγιος Χαράλαμπος»
 
Το νόημα του 1821 μπορεί να συνοψιστεί μόνο και με μια λέξη. Και η μοναδική αυτή λέξη ακούει στο όνομα ‘’ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ’’. Είναι αυτό που  κατάφερε το μικρό Έθνος των αγροκτηνοτρόφων, των τσοπάνηδων, των ψαράδων, των αγωγιατών, των ευπόρων, των φτωχών, των ναυτικών, των εγγραμμάτων, των αγραμμάτων,  των εμπόρων, των ιερωμένων.
Συνεκτικός κρίκος,  που κράτησε υψηλό το φρόνημα για 400 ή κατά περίπτωση και 500 χρόνια,  η Χριστιανική πίστη, το μεγαλείο της αρχαίας ιστορίας των προγόνων, η αύρα του διαφωτισμού και της γαλλικής Επανάστασης, ο σπόρος για το ποθούμενο του Κοσμά του Αιτωλού, η γραφίδα του Αδαμάντιου Κοραή, το μανιφέστο του Ρήγα Φεραίου, η εχεμύθεια των Φιλικών, το περίφημο κείμενο «Ελληνική Νομαρχία», ήταν όλα αυτά κι άλλα πολλά, που μετενσαρκώθηκαν στο σύνθημα ‘’Ελευθερία ή θάνατος’’.
Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 ήταν η πρώτη εξέγερση στα Βαλκάνια και σε ολόκληρη την  Ευρώπη, που αγνόησε τις  δυσμενείς αποτρεπτικές συνθήκες. Ήταν ένας αγώνας μεταξύ του Δαβίδ και του Γολιάθ και τελικά νικητής βγήκε ο Δαβίδ.
Αυτή η Εθνική αναγέννηση και  η εξέλιξή της σε κρατική υπόσταση, αποτελεί σημείο αναφοράς όλων των Ελλήνων δια μέσου των αιώνων, που συνεχίζει να εμπνέει και να αποτελεί ανεξάντλητη πηγή αυτογνωσίας, χρέους, υπερηφάνειας και οδοδείκτη στο διηνεκές.
 Χρωστάμε τιμή  και χρέος στους ήρωες προγόνους μας, που θυσιάστηκαν «για του Χριστού την Πίστη την Αγία και της Πατρίδος την Ελευθερία».
Δεν χωρούν στείρες γκρίνιες, και αντιπαραθέσεις για το νόημα και το πνεύμα της μεγάλης εξέγερσης και πολύ περισσότερο απόπειρες αποδόμησης του μεγάλου αγώνα.
Τους σκοπούς της Επανάστασης φρόντισαν οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές να  τους κάνουν γνωστούς στους Έλληνες, αλλά και σ’ όλον τον κόσμο.
Αρκεί και μόνο μια ματιά στη διακήρυξη της Α΄ Εθνοσυνέλευσης της Επιδαύρου το 1822, για να έχουμε την ξεκάθαρη απάντηση :
 «…ο πόλεμος αυτός είναι πόλεμος εθνικός, πόλεμος ιερός, πόλεμος, του οποίου η μόνη αιτία είναι η ανάκτησις των δικαίων της προσωπικής ημών ελευθερίας, της ιδιοκτησίας και της τιμής, τα οποία, ενώ την σήμερον όλοι οι ευνομούμενοι και γειτονικοί λαοί της Ευρώπης τα χαίρουσιν, απὸ ημάς μόνον η σκληρὰ και απαραδειγμάτιστος των οθωμανών τυραννία επροσπάθησε με βίαν ν’ αφαιρέσῃ και εντὸς του στήθους ημών να τα πνίξῃ…».
Αξίζει ακόμη να υπογραμμιστεί ότι το Α΄ Σύνταγμα (1822) περιλαμβάνει και την κατάργηση του θεσμού της δουλείας, αυτού του βάρβαρου θεσμού, που ίσχυε ακόμη σε ορισμένες Ευρωπαϊκές χώρες, ενώ στις ΗΠΑ καταργήθηκε μόλις το 1863.
 Μετά απ’ αυτή την μικρή εισαγωγή ας ανασύρουμε την ιστορική μνήμη στα συμβάντα σε μια γωνιά της Ελλάδας, τη Ναυπακτία και ας καταθέσουμε το σέβας μας σ’ αυτούς που θυσιάστηκαν και σ’ όλους που αγωνίστηκαν για την Ελευθερία μας, μέχρι να ‘ρθει η Ευλογημένη ώρα, μετά οκτώ χρόνια αγώνα, για να υψωθεί πανηγυρικά η σημαία, στις 18 Απριλίου 1829, στην κορυφή του κάστρου. 
 
ΤΟ ΝΑΥΠΑΚΤΟΒΕΝΕΤΙΚΟ ΣΤΟ 1821
Ναυπακτοβενέτικο, ονομαζόταν η περιοχή που περιλάμβανε την πόλη της Ναυπάκτου και τα χωριά που οριοθετούνταν από το τόξο που άρχιζε από τα χωριά της πεδιάδας του Μόρνου και εκτεινόταν ΒΔ στη γραμμή Παλαιοχωράκι- Φαμίλα- Πόργιαρη, ρου Εύηνου - Γαλατάς.
Ο διοικητικός διαχωρισμός της Ναυπακτίας σε δύο Επαρχίες (καζάδες) ανάγεται στην Τουρκοκρατία και έτσι προέκυψε ο καζάς των Κραβάρων και ο καζάς του Βενέτικου, που χρωστάει τ’ όνομά του στην παρουσία των Βενετών, Α΄ Ενετοκρατία (1407-1499 μ.Χ.) και Β΄ Ενετοκρατία (1687- 1699).
Ο Βενέτικος καζάς, ανεπίσημα, χωριζόταν στο πάνω Βενέτικο, που περιλάμβανε τα ορεινά χωριά: Σκάλα, Βελήμαχο (Άνω Δάφνη), Παλαιοχωράκι, Νιόκαστρο, Φαμίλα,  Ριγάνι (Βρώστιανη), Μαμουλάδα, Αφροξυλιά, Βομβοκού,  Καλαβρούζα και το κάτω Βενέτικο που περιλάμβανε τη Ναύπακτο και τις πεδινές περιοχές του Αντιρρίου, της Χάλκειας και του Μόρνου. 
 
ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ ΣΤΟ ΒΕΝΕΤΙΚΟ
Ένα, άγνωστο εν πολλοίς, προεπαναστατικό κίνημα ήταν αυτό των Ξηρομεριτών Αλεξανδρή και Χαμπαίου, που σημειώθηκε το 1807 στα πέριξ της Βρώστιανης μέρη (σημερινό χωριό Ριγάνι).
Την εποχή του Αλή Πασά τα χωριά του ορεινού Βενέτικου και ειδικότερα το Νιόκαστρο εποικίστηκαν από Τζουμερκιώτες βλαχοποιμένες, που παραχείμαζαν στην Ακαρνανία (Ξηρόμερο) και γι΄ αυτό αποκαλούνταν και Ξηρομερίτες. Έτσι εξηγείται η παρουσία των ανωτέρω στην περιοχή.
Την εποχή εκείνη διοικητής της Ναυπάκτου ήταν ο γιος του Αλή Πασά Μουχτάρ.
Ο Ανδρέας Καρκαβίτσας διέσωσε το ακόλουθο  ηρωικό τραγούδι γι’ αυτό το επαναστατικό κίνημα και την κατάπνιξή του :
«Αλεξανδρής επέρασε ‘ς τη μέση τ’ Αποκόρου
Έκανε κι ένα πόλεμο στη Βρόσθιαν’ από κάτου
Εβάρεσ’ έναν κολιντζή και πέντε παλικάρια
Και πέρα δίπλαν έκαμε πέρα κατά το Κοτρώνι
Ο Λιάσκας τόμου τόμαθε ΄ς τον  Έπαχτο ‘ς το κάστρο
Τα παλικάρια σύναξε και τον τορό του πήρε
Σαν πήγε και τον ηύρικε ΄ς το έρμο το λημέρι
Το καραούλι χούγιαξεν ο Γιάννης ο Χαμπαίος
Για σήκ’ απάν Αλεξανδρή για σήκ’ απάν’ Αλέξη,
Η παγανιά μας έρχεται πίσ’ απ’ το τορό μας
Μην’ είν’ ο Ντούνας πώρχεται μην’ ο Βλαχοσωτήρης;
Μηδέ ο Ντούνας είν’ αυτός, μηδ’ ο Βλαχοσωτήρης
Είνε’ο Λιάσκας πώρχεται μ’ όλα τα παλικάρια
Και νιφεράμι έβγαλε ’ς’ όλα τα βιλαέτια
Αλεξανδρής ξεσπάθωσε και βγήκε από το λημέρι. 
Του ρίχνουν απ’ τη μια μεριά του ρίχνουν κι απ’ την άλλη.
Βαρέσαν τον Αλεξανδρή και δέκα παλικάρια.
Και το Χαμπαίο ζωντανόν και δυό παιδιά μαζί του.
Χαμπαίε ρίξε τάρματα ξέζωσε το σπαθί σου.
Εγώ δε ρίχνω τάρματα μηδέ και το σπαθί μου,
Είμ’ ο Χαμπαίος ξακουστός και πρώτο παλικάρι
Θε να πεθάνω ‘ς το σπαθί κι απάνου ‘ς το ντουφέκι.
Αρματολός στο Βενέτικο είχε διοριστεί από τον Αλή πασά, το 1806, ο Κώστας Χορμόβας, ο οποίος είχε ως έδρα τη Σκάλα, όπου σώζεται ερειπωμένο το Χορμοβέικο σπίτι.  Αντικαταστάθηκε στο πόστο από τον Φαμιλιώτη Θανάση Σακαρέλο, περί το 1816. Έλαβε μέρος στον ξεσηκωμό του 1821 με δικό του ταϊφά. Ο αδερφός του (;) Διαμαντής Χορμόβας έπεσε ηρωικά στις 10 Ιουνίου του 1821, κατά την ανεπιτυχή πολιορκία του κάστρου του Αντιρρίου, όταν προσπάθησε με σκάλα να αναρριχηθεί  στα τείχη του.
Ο Θανάσης Σακαρέλος υπήρξε ο τελευταίος προεπαναστατικός κλεφτοαρματολός στο Βενέτικο. Καταγόταν από τη Συκιά Φαμίλας, όπου διέθετε πυργόσπιτο, πραγματικό οχυρό με πολεμίστρες και σήραγγες διαφυγής.  Μάλιστα, λέγεται ότι μια σήραγγα διαφυγής είχε στόμιο στην Αγία Τράπεζα του ναού του Σωτήρος στη Συκιά. Διίστανται οι απόψεις κατά πόσο καταγόταν από το γένος Τσιριμώκου ή από το γένος Σίνη.
Συνετέλεσε  τοπικά στην ωρίμανση του  επαναστατικού κλίματος, που τόσο ανάγκη υπήρχε για πεπειραμένους πολεμιστές. Βαρύνεται με την πυρπόληση του χωριού της Σκάλας, για λόγους ερωτικής αντιζηλίας, στην πραγματικότητα,  όμως, μπορεί να υπόβοσκε σύγκρουση με τον προκάτοχό του Κώστα Χορμόβα.
Το τραγικό τέλος του επήλθε λίγο πριν την έκρηξη της Επανάστασης και η δημοτική  μούσα το διέσωσε με το τραγούδι:
«Δαγούταγας ξεκίνησε στον Νέπακτον επάνου,
Να κυνηγήση πέρδικες μ’ εν εύμορφο σαΐνι.
Γιόμα κάνει στο Νιόκαστρο και δείπνο στο Ριγάνι,
Και τ’ άλλο γέμα το καλό πηγαίνει στη Φαμίλα,
Στου Σακαρέλου το χωριό, του πρώτου καπετάνιου.
Τον Σακαρέλ’ απάντησε και τόνε χαιρετάει:
‘’Τι κάνεις Σακάρελη μου, πώς είν’ τα παλικάρια ;’’
‘’Σε προσκυνούν Δαγούταγα και σου φιλούν το χέρι,’’
Τον Ψυχογιό του φώναξε, καφέ για να τους ψήσει
Κι ο ψυχογιός τους κέρναε μ’ ένα χρυσό φιλτσιάνι,
Τρείς πιστολιές του δώσανε, πικρές φαρμακωμένες
Η μια τον παίρνει στην καρδιά κ’ η άλλη μέσα στο στόμα,
Κ’ η τρίτη η φαρμακερή στη μέση το κεφάλι.
Το στόμα τ’ αίμα γιόμισε κ’ η γλώσσα του λαλάει,
Η γλώσσα τ’ αηδονολαεί, σαν παλικάρι πούταν.
Τες δυο πιστόλες τ’ έβγαλε απάνου στου Δαγούτην
Και το κεφάλι τούκοψαν, τ’ ασκέρι του Δαγούτη
Και το πηγαίναν στον πασά, στον ίδιον τον Βεζύρη,
Χίλια φλουριά τους έδωσε [και πεντακόσια γρόσια].
Ο φιλόδοξος Αλή πασάς, προσβλέποντας στην διεύρυνση της επιρροής του και στη δημιουργία δικού του κράτους, αξιολογούσε  τη σπουδαιότητα της Ναυπάκτου με το απόρθητο κάστρο της. Γι’ αυτό διόρισε διοικητή της τον γιο του Μουχτάρ, το διάστημα 1807- 1812 και τον έτερο γιο του, τον Βελή, το 1819, ο οποίος δεν παρέμεινε πολύ στη θέση του, αφού είχαν φανεί στον ορίζοντα τα πρώτα σημάδια για την επερχόμενη ρήξη με τον Σουλτάνο. Αντικαταστάθηκε από τον έμπιστο της Πύλης, Αλή Μπαμπά πασά.
Το Βενέτικο σε σχέση με τα Κράβαρα ήταν σε άθλια κατάσταση, επειδή οι Τούρκοι από τα κάστρα της Ναυπάκτου και του Αντιρρίου εξορμούσαν στα χωριά για λεηλασίες, αρπαγή αιχμαλώτων και γενικότερα πολλοί κάτοικοί του ήταν σε ένα καθεστώς  δουλοπάροικων στα τσιφλίκια των αγάδων.
Ο Ιερομόναχος- ιατροφιλόσοφος, Διονύσιος Πύρρος ο Θετταλός (1774 - 1853), που πέρασε από το Βενέτικο (Κολχουζούρ το αποκαλεί) περί το 1816, σημειώνει με μελανά χρώματα ότι οι κάτοικοι ζούσαν σε αθλία κατάσταση. 
Σε αντίθεση τα Κράβαρα, λόγω του απροσίτου του εδάφους, τις εμπειρίες που αποκτούσαν από τις ζητείες - περιοδείες στη Ρωσία, Μολδοβλαχία και αλλού, αλλά και την όποια αυτάρκεια αγαθών, βρίσκονταν σαφώς σε καλύτερη κατάσταση.
 
Η ΜΕΓΑΛΗ ΜΕΡΑ
Μπορεί Ελληνικό κράτος ή κράτη να είχαν καταλυθεί, όμως το Ελληνικό Έθνος παρέμεινε αναλλοίωτο στα 400-500 χρόνια σκλαβιάς, γιατί διατήρησε τους βασικούς συνεκτικούς δεσμούς.
Ο σπόρος της Ελευθερίας, ‘’το ποθούμενο’’, παρέμεινε αναλλοίωτο στις ψυχές των ραγιάδων. Κοσμάς ο Αιτωλός, Αδαμάντιος Κοραής, Ρήγας Φεραίος, οι επαγγελίες του Αγαθάγγελου, οι φιλικοί και τόσοι άλλοι, κράτησαν το φλάμπουρο του Ελληνισμού, της Χριστιανοσύνης, μέχρι που έφθασε το χαρμόσυνο άγγελμα  ότι ο Αλέξανδρος Υψηλάντης διάβηκε τον Προύθο και μπήκε στην Μολδοβλαχία με το σύνθημα στην προκήρυξή του, που εξέδωσε στις 24 Φεβρουαρίου στο Ιάσιο «Μάχου υπέρ Πίστεως και Πατρίδος».
Το εθνικά αναστάσιμο μήνυμα φτερούγισε στον Μοριά, στη Ρούμελη, στα νησιά και το τρίτο δεκαήμερο του Μαρτίου άναψε η φλόγα της Επανάστασης.
Η Δυτική Ελλάδα καθυστέρησε κάπως να ξεσηκωθεί, γιατί αφενός υπήρχαν πολλά τουρκικά στρατεύματα που πολιορκούσαν τον στασιαστή Αλή πασά και αφετέρου γιατί  οι σπουδαίοι οπλαρχηγοί της περιοχής, Βαρνακιώτης και Στράτος, επέδειξαν, αρχικά, διστακτικότητα.
 
ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΧΤΥΠΗΜΑ
Ο σπινθήρας του ξεσηκωμού για την αποτίναξη του Οθωμανικού ζυγού είχε πλέον ανάψει στα Καλάβρυτα, στην Καλαμάτα, στην Πάτρα  και μεταλαμπαδεύθηκε στην απέναντι στεριά.
Στις 5 Μαΐου 1821, μια τουρκική χρηματαποστολή ξεκίνησε από το Μεσολόγγι για να μετέφερε τις εισπράξεις στη Ναύπακτο και από εκεί θα προωθούνταν τα χρήματα στην Κωνσταντινούπολή.
Το μυστικό του δρομολογίου διέρρευσε και  τοπικοί καπεταναίοι πήραν την απόφαση να στήσουν ενέδρα για να κτυπήσουν την αποστολή.
Κατά την επίσημη ιστορία, επικεφαλής 28 ή 45 παλικαριών, ήταν ο γνωστός Οπλαρχηγός του Ζυγού, Δημήτριος Μακρής.
Στην ομάδα μετείχε και ο Σκαλτσογιάννης, αδερφός του Σκαλτσοδήμου, ο οποίος έφερε  και το παρωνύμιο Μπούτας και κατέστη ο γεννήτορας των Μουτοπουλαίων της Ναυπακτίας.
Όπως με πολύ ζωντανό τρόπο μετέφερε τα γεγονότα ο Σκαλτσογιάννης στο γιο του Σπύρο (παρωνύμιο Τσιμπούρης), η θέση που επιλέχτηκε για το στήσιμο της ενέδρας, ήταν στην Παληοκαζάρμα, όπως ανηφορίζει ο δρόμος από το Περιθώρι προς την Άνω Βασιλική, θέση που ονομαζόταν Σκάλα Μαυρομμάτη, όπου υπάρχει και σχετική αναμνηστική στήλη (ο Σκαλτσογιάννης  δεν κάνει λόγο για παρουσία του Δημήτρη Μακρή).
Στην ενέδρα μετείχε και ο Νιοκαστρίτης Ραφτογιώργος, δεινός σκοπευτής, αλλά με τάση να αυτονομείται.
Είπε στον καπετάνιο:
«Εγώ, θα παραφυλάξω παραδίπλα, αλλά σε διαβεβαιώνω ότι  τον δικό μου (στόχο) τον έχω σίγουρο, κανονίστε για τους άλλους».
Πράγματι με το χάραμα της 5ης  Μαΐου 1821 (λανθασμένα έχει γραφεί η 5η Μαρτίου) εμφανίστηκαν τέσσερις Τούρκοι καβαλαραίοι με το θησαυρό. Αφού τους άφησαν να πλησιάσουν, ο Ραφτογιώργος πυροβολεί και ρίχνει τον δεύτερο καβαλάρη που είχε και τα πουγκιά με τα χρήματα, τον πρώτο τον κατεβάζει ο Σκαλτσογιάννης, και στη συνέχεια πέφτει και ο τρίτος. Ο τέταρτος και τελευταίος προλαβαίνει να τραβήξει απότομα το χαλινάρι και να κάνει ανάστροφη κίνηση προς το Μεσολόγγι, οπότε απλώς καψαλίστηκε η ουρά του αλόγου του.
Τα χρήματα μοιράστηκαν, με το ασημένιο τάσι της χρηματαποστολής ή με μια σκούφια, από τον Μακρή, στη θέση Τριφυλλάκι του Ανατολικού Ζυγού και έκτοτε το σημείο ονομάστηκε ‘’Χαρατσί’’. Έδωσε εντολές στους ομαδάρχες, με τα χρήματα αυτά, να στρατολογήσουν άνδρες στα χωριά τους και έτσι πύκνωσαν  οι ταϊφάδες του αγώνα.
Αυτό το χτύπημα αποτέλεσε το έναυσμα της Επανάστασης στη Δυτική Ελλάδα και φυσικά στη Ναυπακτία.
 
ΜΑΧΕΣ- ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΣΤΟ ΒΕΝΕΤΙΚΟ ΚΑΤΆ ΧΡΟΝΙΚΗ ΣΕΙΡΑ
1821
Πρώτος στόχος των επαναστατών ήταν η κατάληψη των φρουρίων της Ναυπάκτου και του Αντιρρίου. Τα τρίτο δεκαήμερο του Μαΐου άρχισε από ξηρά η ανάπτυξη στρατευμάτων γύρω της Ναυπάκτου.
Στις 21 Μαΐου κατέπλευσε και μοίρα του Ελληνικού στόλου, αποτελούμενο από έξι Υδραίικα πλοία υπό τον Ανδρέα Μιαούλη, έξι Σπετσιώτικα υπό τον Νικόλαο Μπόταση, τρία Γαλαξειδιώτικα και ένα του Κεφαλλωνίτη Παυλάτου.
Στις 25 Μαΐου άρχισε ο συνδυασμένος σφοδρός βομβαρδισμός της Ναυπάκτου από στεριά και θάλασσα. Οι Τούρκοι φοβισμένοι έβαλαν φωτιά στα σπίτια τους  και κλείστηκαν μέσα στο κάστρο. Στις 5 Ιουνίου έπεσε ο Στρανωμίτης οπλαρχηγός Αντώνης Καϊλής.
Η πρώτη αυτή πολιορκία δεν πέτυχε το σκοπό της και οι Αρχηγοί μετατόπισαν το βάρος για την κατάληψη του κάστρου του Αντιρρίου.
Κατόπιν ορισμένων αψιμαχιών αποφασίστηκε η τελική έφοδος να γίνει στις 6 Ιουνίου. Ο γενναίος οπλαρχηγός, Διαμαντής Χορμόβας, προσφέρθηκε να ανεβεί πρώτος στα τείχη του κάστρου, με σκάλες, ακολουθούμενος από 400 στρατιώτες. Όταν άρχισε ο βομβαρδισμός του κάστρου από τα Ελληνικά πλοία, ο Χορμόβας όρμησε με ένα τσεκούρι στο χέρι, ακολουθούμενος από λίγους συντρόφους, γιατί δυστυχώς οι άλλοι κιότεψαν. Ο Διαμαντής χτυπήθηκε και ο θάνατός του, καθώς και μερικών πιστών συντρόφων του, επέδρασε αρνητικά στο ηθικό του στρατεύματος και η πολιορκία έληξε άδοξα. Είχε προηγηθεί στις 20 Μαΐου ο θάνατος του Σπετσιώτη πλοιάρχου Εμμανουήλ Ι. Ορλάνδου, επικεφαλής κανονιοστοιχίας, που είχε τοποθετηθεί σε υπερκείμενο λόφο του Αντιρρίου.
Το ενδιαφέρον επικεντρώθηκε εκ νέου στο κάστρο της Ναυπάκτου. Στη φάση αυτή και συγκεκριμένα το βράδυ της 10ης Ιουνίου, ανάγεται η δραματική απόπειρα της πυρπόλησης των τουρκικών πλοίων, που βρίσκονταν μέσα στο λιμάνι, από το παλικάρι, τον ‘’Κυναίγειρο’ της Ναυπάκτου, Γεώργιο Ανεμογιάννη - Παξινό (καταγόταν από τους Παξούς, όπου και εκεί υπάρχει ανδριάντας του).
Η αποτυχία της επιχείρησης, η σύλληψη και ο  ανασκολοπισμός  του Ήρωα, σήμανε και την οριστική λύση της πολιορκίας και το απόρθητο κάστρο θα παραμείνει στα χέρια των Οθωμανών μέχρι τις 18 Απριλίου 1829.
Δύο άλλες προσπάθειες, για την εκπόρθηση του κάστρου,  επιχειρήθηκαν το Φθινόπωρο του 1821 και συγκεκριμένα  στις αρχές Σεπτεμβρίου από τους Ξύδη, Δημοτσέλιο, Μακρή, Κώστα Χορμόβα, Ζαγκανά, Στυλιώτη Μακρυγιάννη, Πιλάλα, αλλά δεν είχαν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Το ίδιο συνέβη και στην προσπάθεια της 8ης Οκτωβρίου από Γαλαξιδιώτικα πλοία.
Η αποτυχία κατάληψης, των κάστρων της Ναυπάκτου και Αντιρρίου είχε ξεχωριστή σημασία, γιατί αυτά, εφόσον θα καταλαμβάνονταν θα ήταν τα απόρθητα κέντρα στη Δυτική Ελλάδα και όχι το καμπίσιο Μεσολόγγι με τη δραματική συνέχεια.
 
1822
Το τρίτο δεκαήμερο του Αυγούστου δύο συγκρούσεις σημειώθηκαν στην περιοχή  του Πλατανίτη, στον δρόμο Αντιρρίου-  Ναυπάκτου, που οι Τούρκοι προσπαθούσαν να τον κρατήσουν ανοικτό.
Σύγκρουση στην Κακιά Σκάλα (Κλόκοβα) Ελληνικού αποσπάσματος υπό τον Δημοτσέλιο με  τουρκική φάλαγγα.
Σύγκρουση στο Ελαιοστάσιο με εξερχόμενους από το κάστρο της Ναυπάκτου Τούρκους.
Μάχη στον Πλατανίτη με Τούρκους που κινούνταν μεταξύ Ναυπάκτου και Αντιρρίου.
25 Οκτωβρίου. Μάχη στις Καμαρούλες Ξηροπηγάδου (μύλος Μακρή) του Ανδρίτσου Σαφάκα, εναντίον Τούρκων της Ναυπάκτου, που επιχείρησαν να πιάσουν επαφή με τους Τούρκους του Ομέρ Αφέντη (Καστράκι).
Κάθοδος του Γιάννη Φαρμάκη- Κραβαρίτη, ο οποίος με τους άνδρες του στρατοπέδεψε  για δυο μήνες (Οκτώβριος- Νοέμβριος) στο Μοναστήρι Παναγίας Φιλοθέου Νεοκάστρου. Στο ίδιο Μοναστήρι ξαναγύρισε και παρέμεινε για πέντε μήνες με τους άνδρες του.
 
1823
Η μάχη στη Βομβοκού. Δύναμη Τούρκων βγήκε από το κάστρο με κατεύθυνση το βουνό Ριγάνι. Τους αντιμετώπισε ο Γιάννης  Φαρμάκης Κραβαρίτης μεταξύ Αγιάννη Πρόδρομου και Αφροξυλιάς. Όπως γράφει ο ίδιος στα πολεμικά πρακτικά, σκοτώθηκαν 15 εχθροί και άλλοι 15 τραυματίστηκαν.
15 Σεπτεμβρίου. Ο πασάς Σκόνδρας με την στρατιά του κατέβαινε από την Αράχωβα με κατεύθυνση το Μεσολόγγι, ακολουθώντας την αριστερή όχθη του Εύηνου. Οι Μακρυγιάννης, Πιλάλας, Ξύδης και Δημοτσέλιος συγκρούστηκαν στον Πόριαρη με τουρκική φάλαγγα, χωρίς βέβαια να μπορέσουν να αναχαιτίσουν μια τέτοια μεγάλη δύναμη.
Η Α΄ μάχη στο Νιόκαστρο. Ο Στυλιώτης Μακρυγιάννης μετά τη μάχη του Πόριαρη κατευθυνόταν, αρχές Νοεμβρίου, προς τη Ναύπακτο. Στο Νιόκαστρο συνάντησε τουρκικό απόσπασμα. Στη μάχη που ακολούθησε σκοτώθηκαν δύο Τούρκοι και οι λοιποί ‘’κακείν- κακώς’’ έπεσαν στη ρεματιά του Σκα καταφεύγοντας στη Ναύπακτο.
16 Σεπτεμβρίου. Στη Γαβρολίμνη ελληνική δύναμη υπό τους  Σκαλτσοδήμο και τον Βρωστιανίτη Γιώργο Αλεξίου (Μουρκογιώργο), συγκρούστηκε με τουρκική δύναμη, με εκατέρωθεν απώλειες και υποχώρηση των Ελλήνων.
29 Δεκεμβρίου. Μια άλλη εξόρμηση, με δύναμη 600 ανδρών, πραγματοποίησαν οι Τούρκοι της Ναυπάκτου. Η επιχείρηση αποσκοπούσε να  κρατούν ανοικτό το δρόμο προς τη δυτική Ελλάδα.   Επειδή η Κακιά Σκάλα φρουρούνταν, ακολούθησαν τον παρακαμπτήριο δρόμο, μέσω Καλαβρούζας. Ο Δημοτσέλιος με μόλις 15 άνδρες παραφύλαγε  στο διάσελο πάνω από την Καλαβρούζα. Ακολούθησε σκληρή μάχη, εν τω μεταξύ έσπευσε για βοήθεια  ο Νικολός Μπαμνιώτης με 34 άνδρες, που απείχε μιας ώρας δρόμο από το σημείο  και μερικοί ντόπιοι. Η κατάσταση εξελίχθηκε σε σκληρή μάχη και τελικά οι Τούρκοι κάμφθηκαν με απώλειες. Πανηγυρικά αναφέρει εγγράφως ο Δημοτσέλιος τη νίκη και τα γεγονότα  στον Γενικό Διευθυντή Δ. Ελλάδας, Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Αναφέρει μεταξύ άλλων:
«Μου εβαρέθη και ένας αξιωματικός του Καραγιάννη Μαγουλιανής εις το αυτί…».
 
1824
20 Μαρτίου. Δεύτερη μάχη στην Κακιά Σκάλα (Κλόκοβα). Τουρκική δύναμη 300 ανδρών, επιχείρησε έξοδο από τη Ναύπακτο με κατεύθυνση το Μεσολόγγι.  Το πέρασμα φρουρούσε ο μπουλουκσής Γιώργος Αλεξίου ή Μουρκογιώργος, που τους αντιμετώπισε σθεναρά και τους ανάγκασε να επιστρέψουν στη Ναύπακτο.
16- 17 Αυγούστου. Τουρκική δύναμη προσπάθησε να εξέλθει προς τα μέρη της κάτω Αφροξυλιάς. Τους αντιμετώπισαν με διήμερες συγκρούσεις οι Μακρυγιάννης, Ζαγκανάς και Πάνος Αλεξίου (Βενέτικος). Οι Τούρκοι είχαν τρεις νεκρούς και αιχμαλωτίστηκε ένας Αρβανίτης. Γράφουν στη Διοίκηση στο Μεσολόγγι:
«Επειδή τον ζωντανόν τον έπιασαν οι Βενέτικοι με τον ταϊφά τους του εδικούς μας Μακρυγιάννη αποφασίστηκε να συνοδευθεί ο ρηθείς προς την υμετέραν εκλαμπρότητα (Μαυροκορδάτος) από ανθρώπους και των δύο μερών, δια να μην αδικηθή μηδέν».
Β΄ μάχη στο Νιόκαστρο. Τουρκικό απόσπασμα  βγήκε από το κάστρο για πλιάτσικο και περιφερόταν στην περιοχή του Νιόκαστρου. Διερχόμενος από την περιοχή ο οπλαρχηγός Αθανάσιος Βαλτινός (καταγωγή από το Χαλκιόπουλο) που κατευθυνόταν προς την Αθήνα, επέπεσε επάνω τους και τους διασκόρπισε.
 
1825
Το 1825 η Επανάσταση περνάει σε δύσκολη φάση. Η παρουσία του Ιμπραήμ με τακτικό Αιγυπτιακό στρατό και η σύμπραξή του με τον Κιουταχή στην πολιορκία του Μεσολογγίου, βάρυναν το επαναστατικό κλίμα. 
8 Γενάρη. Ο Μαυροκορδάτος με σώμα 400 ανδρών περνούσε από το μοναστήρι του Προδρόμου Βομβοκούς. Στο διάσελο ακριβώς πάνω από το μοναστήρι προσβλήθηκε από τουρκική δύναμη. Ακολούθησε σφοδρή μάχη με εκατέρωθεν απώλειες. Τελικά οι Τούρκοι κλείστηκαν στο χωριό της Βομβοκούς, απ’ όπου  υποχώρησαν προς τη Ναύπακτο.
5 Φεβρουαρίου. Ο Δημοτσέλιος με το σώμα του επιχείρησε παρτιζάνικη νυκτερινή επιδρομή εναντίον της Ναυπάκτου.
«… Επήραμε και ζωντανούς τρία Τουρκόπουλα και τέσσερις γυναίκες και δυο Ρωμιόπουλα. Τους επήραμε και πεντακόσια γιδοπρόβατα και δεκαπέντε αλογομούλαρα…», γράφει προς τον Διευθυντή χέρσου Ελλάδας στο Μεσολόγγι.
Παρ’ όλες τις συμπλοκές, οι Τούρκοι της Ναυπάκτου σε συνεργασία με αυτούς του Αντιρρίου, πυκνώνουν τις εξορμήσεις τους στα χωριά του Βενέτικου, φθάνοντας ακόμη 3-4 ώρες δρόμο στο εσωτερικό, όπως γράφει διαμαρτυρόμενος ο Γιάννης Φαρμάκης ο  Βενέτικος (Νιοκαστρίτης)  μαζί με  τους Φαμιλιώτες  προς τον Διοικητή Δ. Ελλάδας, στο Μεσολόγγι.
«Βγαίνουν οι τούρκοι και ρημάζουν τα χωριά φτάνοντας ακόμη μέχρι την Αγία Παρασκευή, 3-4 ώρες δρόμο», (προφανώς εννοεί την Αγία Παρασκευή Νεοκάστρου).
Σε μια τέτοια εξόρμηση συνέλαβαν στην Αφροξυλιά τα παιδιά  του Βαβούλη (προφορική παράδοση) και από τα Παλιοκάστελα Νεοκάστρου άλλα παιδιά τα οποία σούβλισαν στο κάστρο της Ναυπάκτου. Σχετικά η εφημερίδα «Ελληνικά Χρονικά» του Μάγερ στο Μεσολόγγι, έγραφε  στο φύλλο της 9ης  Δεκ. 1825:
«εΙς μίαν εχθρικήν επιδρομήν που γενομένην κατ’ αυτάς στην Επαρχίαν του Βενέτικου, έπιασαν  οι Τούρκοι γυναικόπαιδα τα οποία, φερθέντα εις το εχθρικόν στρατόπεδο καταδικάστηκαν  από τον Αρχιβάρβαρον εις τοιούτον βδελυκτικόν θάνατον».
Μπροστά σ’ αυτή τη δεινή κατάσταση οι δημογέροντες του Βενέτικου υπογράφουν ομολογία τον Δεκέμβριο του 1825, με την οποία ορίζουν Αρχηγό των αρμάτων στο Βενέτικο τον εξ Αρτοτίνας ξακουστό Οπλαρχηγό Ανδρίτσο Σαφάκα.
Την ομολογία, τόσον προς τον Σαφάκα, όσο και προς τη Διοίκηση υπογράφουν συνολικά οι Δημογέροντες των χωριών:
«Αναγνώστης Κίτζου πληρεξούσιος της Επαρχίας,
Ηγούμενος Βενέτιος Αγιάννη Πρόδρομου Βομβοκούς
Γιάννης Γκίκας, Αλεξωσωτήρις, πανοστιάς (πανουργιάς) και ανστάσις γεωργακόπουλος από Βρώστιανη
Πολύχρονος από Βομβοκού
Αναγνοστης δήμος από Κ(γ)αβρουλίμνη
Γιώργος Τζουμπάκης από Φαμίλα
Γαλαντρίας από Καστελόκαμπος και Καλαβρούζα
αδαμοχρίστος, αντριάννις, ραφτοπαναγώτης από Νιόκαστρο
Αντώνης Παπακώστας από Μαμουλάδα
Δήμος Μπέκος από Φοζίλα (Αφροξυλιά)
γιόργος Σκουζής από Παλαιοχωράκι
γηόργος ανιφαντί, ς από Σκάλα
 
1826
Τέλος Γενάρη τουρκική δύναμη 4.000 ανδρών, με διαταγή των Κιουταχή και Ιμπραήμ κινήθηκε να περάσει στη Φωκίδα, μέσω Ναυπάκτου. Στο Ελαιοστάσιο, φρουρούσε το πέρασμα  δύναμη υπό τον Μακρυγιάννη και τον Σκαλτσοδήμο. Επακολούθησε διήμερη μάχη. Ο Σκαλτσοδήμος με γράμμα του αναφέρει μεταξύ άλλων στη Διοίκηση στις 6 Φεβρουαρίου:
«…Την πρώτη μέρα εφονεύθηκαν πολλοί εχθροί….επτά πήραν οι εδικοί μας, έπιασαν και έναν ζωντανό, όστις είναι Γιανιτσάρης  και Τοπιτζής του Σουλτάνου από τους ειδικούς μας τρείς εφονεύθησαν…».
Στις αρχές του Μάρτη οι μπουλουκξήδες των Σαφάκα, Μακρυγιάννη και Ντελιζάκη, που επιτηρούσαν την περιοχή της Ναυπάκτου, έκαμαν ‘’χωσιά’’ και σκοτώσανε τέσσερις Τούρκους και πήρανε 800 σφαχτά και 10 άλογα.
 
1827
Γύρω στις 10 του Γενάρη,  Τούρκοι από τη Ναύπακτο αποπειράθηκαν εξόρμηση προς τα χωριά. Ο Γιάννης Φαρμάκης ο Κραβαρίτης ήταν ταγμένος στα Βελβίτσαινα (Παλιόπυργος), για να επιτηρεί τους χώρους έξω από τη Ναύπακτο. Ενημερώθηκε από τάταρη (αγγελιοφόρο) για την έξοδο των Τούρκων. Έπιασε τη θέση μεταξύ Ξηροπήγαδου και Δάφνης. Μετά από πεντάωρη μάχη αναγκάστηκαν οι Τούρκοι να επιστρέψουν στη Ναύπακτο.
Ενώ επέστρεφε  στα Βελβίτσαινα από τη μάχη στο Ξηροπήγαδο, πληροφορήθηκε ότι τουρκικό απόσπασμα περιφέρεται και τρομοκρατεί τα χωριά στο πάνω Βενέτικο. Ευθύς άλλαξε πορεία προς τα αριστερά, εν μέσω κρύου και βροχής και την επομένη συγκρούστηκε με τους Τούρκους  πλησίον του μοναστηριού της Παναγίας Φιλοθέου Νεοκάστρου. Οι Τούρκο, υποδεέστεροι σε δύναμη, υποχώρησαν ατάκτως και τρομαγμένοι κατηφόρισαν προς τον χείμαρρο Σκα.
Το 1827 με την Επανάσταση να γονατίζει, σημειώθηκαν ακόμη δύο συγκρούσεις στην Κακιά Σκάλα, που το πέρασμα φύλαγαν τα αδέλφια Πάνος (αργότερα Πάνος Βενέτης) και Γιώργος Αλεξίου (μεταγενέστερα Μπαρμπαγιάννης). Η πρώτη σύγκρουση περί τα μέσα Σεπτεμβρίου ήταν επιτυχής για τα ελληνικά όπλα.
Η δεύτερη σύγκρουση σημειώθηκε στην Κακιά Σκάλα με το τέλος του χρόνου,  όπου οι αδελφοί Αλεξίου προσπάθησαν να χτυπήσουν υπεράριθμες τουρκικές δυνάμεις, χωρίς επιτυχία.
 
Η ΜΕΓΑΛΗ ΜΕΡΑ
Έτσι πορεύθηκε το Βενέτικο μέχρι εκείνη την Ευλογημένη Ημέρα, που ήταν η 18η Απριλίου 1829. Η σημαία της Ελευθερίας κυμάτιζε στο Ιτς Καλέ του κάστρου της Ναυπάκτου.
Την ημέρα της εισόδου στην ελεύθερη Ναύπακτο, ο Πληρεξούσιος Αυγουστίνος Καποδίστριας, αδερφός του «αγίου» Κυβερνήτη, Ιωάννη Καποδίστρια, έγραφε στην διακήρυξή του, μεταξύ άλλων.
«Κυματίζει τέλος πάντων η Ελληνική σημαία εις την ακρόπολιν της Ναυπάκτου και το σεμνόν του Σταυρού σημείον….
‘Ελληνες !
Ο Θεός ευδοκεί εις παν επιχείρημα δίκαιον και εις πάσαν τακτικήν και φιλάνθρωπον. Η Κυβέρνησις αγωνίζεται όλαις δυνάμεσιν εις το να αποκαταστήση το Ελληνικόν Έθνος εις την αρχαίαν λαμπρότητα και ευνομίαν».
Σήμερα, 200 χρόνια μετά, καλούμαστε ενωμένοι να επιδείξουμε την ίδια  αποφασιστικότητα με τους αθάνατους του 1821, γιατί ο ίδιος επίδοξος εισβολέας, ‘’βρυχάται’’ ανατολικά του Αιγαίου.
Σεβασμός, Τιμή και Δόξα στους αθάνατους προγόνους μας του ξεσηκωμού του 1821, άνδρες και γυναίκες, επωνύμους και ανωνύμους και βέβαια στους Φιλέλληνες που θυσιάστηκαν για την ελευθερία του γένους των Ελλήνων.
 
 
 
Πηγές- βοηθήματα
Χαράλαμπου Δ. Χαραλαμπόπουλου, Του δήμου Ναυπάκτου η πόλη και τα χωριά, Ε.ΝΑ.Μ, Αθήνα 2006
Του ιδίου, του Δήμου Πυλήνης τα χωριά, Ε.ΝΑ.Μ., Αθήνα 2005
Του ιδίου, Του Δήμου Αντιρρίου τα χωριά
Του ιδίου, ΝΑΥΠΑΚΤΙΑΚΑ ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ Β΄-Γιάννη Φαρμάκη  οπλαρχηγού Πολεμικά
Πρακτικά 1821- 1833, έκδ. Συλλόγου Δορβιτσιωτών Ναυπακτίας, 1983
Του ιδίου. Ο Αρματολοκαπετάνιος Θανάσης Σακαρέλος, Ν.Φ., φ84, Σεπ. 2017
Ντίνου Μακρυγιάννη, Η Ναυπακτία στο 1821, εκδ. ΑΝΤΙΛΑΛΟΣ
Του ιδίου, Γεώργιος Ανεμογιάννης ο Μπουρλοτιέρης  του Επάχτου (Ιούνιος) 1821, Ν.Φ., φ83/2017
Του ιδίου, ΕΙΚΟΣΙΕΝΙΚΑ, Αθήνα 2021
Ηλία Στ. Δημητρόπουλου, Το βιβλίο του Νιόκαστρου Ναυπακτίας, Πάτρα 2000
Ιωάννου Κοτίνη, Ιστορία Ναυπάκτου και Επαρχίας, Πάτρα 1905 (ανατύπωση, Αθήνα 2001)
Γιάννη Δ. Βαρδακουλά, Η Ναύπακτος στη Διαδρομή του χρόνου, Ναύπακτος 1996
Διονύση Μιτάκη, Ο Δημοτσέλιος στη Ναυπακτία, ΝΑΥΠΑΚΤΙΑΚΑ 1, Ε.ΝΑ.Μ.(1983), σελ. 55 - 71
Νίκου Αντ. Πανταζή, Η Ναύπακτος μέσα στους αιώνες μύθος και πραγματικότητα, Ναυπ. 1991
Αδάμ Μπουτόπουλου, Το Γενεαλογικό δένδρο των Μπουτοπουλαίων
Αρχείο Αλή Πασά, Τόμος Γ΄
Σωτήρη Κωτσόπουλου, Η Ναυπακτία, 1924
Βιολέττας Μπουτοπούλου- Χασάνου, Τιμή στους Προγόνους, Περιοδικό «η δάφνη», τ.42, Ιαν. 2021